Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

Θέμα ’’Παλαιοημερολογίτες ή Γ.Ο.Χ.’’

                        Παλαιοημερολογίτες ή Γ.Ο.Χ.

                                                                           
       Παλαιοημερολογίτες ονομάζονται διάφορες ομάδες Χριστιανών (οι περισσότερες από τις οποίες αυτοαποκαλούνται Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, ΓΟΧ), οι οποίοι αποσχίσθηκαν από την ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος το 1924, όταν η τελευταία αναθεώρησε το Ιουλιανό ημερολόγιο, ώστε να συμπίπτει με το νέο, Γρηγοριανό ημερολόγιο που είχε υιοθετήσει η πολιτεία. Οι Παλαιοημερολογίτες θεώρησαν την αλλαγή του ημερολογίου ως πρώτο βήμα για την υποταγή των ορθοδόξων στον Πάπα και ότι η επίσημη εκκλησία υπέπεσε στην αίρεση του οικουμενισμού, απομακρύνθηκαν από αυτήν και διατηρούν το Ιουλιανό ημερολόγιο στην παλαιά του μορφή. Το ημερολόγιο που ακολουθούν οι παλαιοημερολογίτες υπολείπεται από το διεθνές ημερολόγιο κατά 13 ημέρες. 
  •     Ιστορικό 
                  Το αναθεωρημένο Ιουλιανό ημερολόγιο καθιερώθηκε από την Εκκλησία της Ελλάδος στις 23 Μαρτίου 1924. Ο λόγος ήταν ότι έναν χρόνο πριν είχε καθιερώσει η πολιτεία το γρηγοριανό ημερολόγιο, με αποτέλεσμα το κοσμικό και το εκκλησιαστικό ημερολόγιο να αποκλίνουν μεταξύ τους. Η απόκλιση φάνηκε ως πρόβλημα την 25η Μαρτίου 1923, όταν εορτάστηκαν χωριστά η επέτειος της Επανάστασης του 1821 και ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου[1]. Έτσι η Εκκλησία αποφάσισε τη διόρθωση του εκκλησιαστικού ημερολογίου, έτσι ώστε να συμπίπτει με το κοσμικό.
Ομάδα κληρικών και λαϊκών αντέδρασαν στην εισαγωγή του νέου ημερολογίου, την οποία θεώρησαν προδοσία της ορθόδοξης παράδοσης, και αρνήθηκαν να το ακολουθήσουν εμμένοντας στο «πάτριο ημερολόγιο». Θεώρησαν ότι η αλλαγή ημερολογίου ήταν αντίθετη με τους Ιερούς Κανόνες της Ορθόδοξης Εκκλησίας και προϊόν της αίρεσης του οικουμενισμού. Κατ' αυτούς πραγματικό κίνητρο για την αλλαγή του ημερολογίου ήταν η χρονική σύμπτωση των θρησκευτικών εορτών καθολικών και ορθοδόξων ως πρώτο βήμα για την ένωση των εκκλησιών και την υποταγή όλων στον Πάπα. Για αυτούς η Εκκλησία της Ελλάδος, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και όλες οι άλλες Εκκλησίες που ακολούθησαν το νέο ημερολόγιο υπέπεσαν σε αίρεση. Αιρετικές όμως θεώρησαν και όλες τις άλλες Εκκλησίες που ήταν σε κοινωνία με αυτές, όλες δηλαδή τις επίσημες ορθόδοξες εκκλησίες του κόσμου, ανεξάρτητα από το αν είχαν μεταρρυθμίσει το ημερολόγιό τους ή όχι. Στην αρχή η ομάδα αυτή είχε μόνο πρεσβυτέρους χωρίς κανέναν επίσκοπο επικεφαλής. Αυτό τους δημιουργούσε πρόβλημα, γιατί σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες δεν υφίσταται εκκλησία χωρίς επίσκοπο αλλά και γιατί μόνο επίσκοπος μπορεί να χειροτονήσει νέους πρεσβύτερους.
Ένα θαυματουργικό γεγονός, σύμφωνα με τους Παλαιοημερολογίτες, συνέβη την παραμονή της εορτής της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού το 1925. Το συμβάν έλαβε χώρα στον ναό του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου στον Υμηττό, σε ένα από τους λίγους ναούς του Παλαιού Ημερολογίου οι οποίοι είχαν παραμείνει ανοικτοί από τις αρχές. Εκεί, κατά τη διάρκεια της αγρυπνίας και παρουσία δύναμης της Ελληνικής Αστυνομίας η οποία είχε σταλθεί για να τηρηθεί η τάξη, σύμφωνα με μαρτυρίες, ένας φωτεινός σταυρός παρουσιάστηκε στον ουρανό επί μισή ώρα, τον οποίο είδαν 2.000 μάρτυρες. Το φαινόμενο αυτό από τους παρευρισκόμενους ερμηνεύθηκε ως θείο σημάδι, ενώ άλλοι το απέδωσαν σε φυσικό φαινόμενο.[2]Στις 26 Μαρτίου 1935, έντεκα χρόνια μετά την εισαγωγή του νέου ημερολογίου, τέθηκαν επικεφαλής των Παλαιοημερολογιτών τρεις μητροπολίτες της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο Φλωρίνης Χρυσόστομος Καβουρίδης, ο ΔημητριάδοςΓερμανός Μαυρομμάτης και ο Ζακύνθου Χρυσόστομος Δημητρίου, οι οποίοι με δήλωσή τους προς την Ιερά Σύνοδο, διέκοπταν κοινωνία με αυτήν και τους λοιπούς Μητροπολίτες. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο μεσοδιάστημα των έντεκα χρόνων οι τρεις μητροπολίτες αυτοί είχαν προσυπογράψει και οι ίδιοι την απόφαση της Ιεράς Συνόδου για την αλλαγή του ημερολογίου και ως μέλη επισκοπικών δικαστηρίων είχαν δικάσει και καταδικάσει παλαιοημερολογίτες κληρικούς«επί φατρία και τυρεία και απειθεία προς τας αποφάσεις της Εκκλησίας περί Ημερολογίου»[3][4]. Οι μητροπολίτες καθαιρέθηκαν από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος και έκαναν δική τους Σύνοδο του «Πατρίου ημερολογίου» χειροτονώντας άλλους τέσσερις επισκόπους, μεταξύ των οποίων και τον επίσκοπο Βρεσθένης Ματθαίος Καρπαθάκης, μετέπειτα ηγετικό στέλεχος μερίδας των Παλαιοημερολογιτών. Η απόσχιση συνοδεύτηκε από πολλές ταραχές με ανάμιξη και της αστυνομίας, από συμπλοκές και θύματα. Έκτοτε έχουν διασπαστεί κατ' επανάληψιν περαιτέρω και σήμερα υπάρχουν διάφορες σύνοδοι «ΓΟΧ» με δικούς τους μητροπολίτες και κληρικούς που δεν αναγνωρίζουν η μια την άλλη.   
  • Η σχέση με την Εκκλησία Της Ελλάδος    
                         Οι εκκλησίες των Παλαιοημερολογιτών δεν βρίσκονται σε κοινωνία με την Εκκλησία της Ελλάδος ούτε με τις Εκκλησίες οι οποίες βρίσκονται σε κοινωνία με αυτήν (Πατριαρχεία και αυτοκέφαλες Εκκλησίες). Κάποιες από αυτές ήταν σε κοινωνία με τη Ρωσική Εκκλησία της Διασποράς, κι αυτές όμως διέκοψαν την κοινωνία το 2007, όταν η Ρωσική Εκκλησία της Διασποράς ενώθηκε με το Πατριαρχείο Μόσχας. Η έλλειψη αναγνώρισης (κοινωνίας) και η πολυδιάσπαση έχει δημιουργήσει πρόβλημα στη χειροτονία νέων επισκόπων, καθώς σύμφωνα με τους ιερούς κανόνες της ορθόδοξης Εκκλησίας απαιτούνται τρεις κανονικοί επίσκοποι (ή εν ανάγκη τουλάχιστον δύο) για να χειροτονηθεί νέος επίσκοπος.
Η επίσημη Εκκλησία της Ελλάδος έχει προσπαθήσει με διάφορους τρόπους να αντιμετωπίσει τη διάσπαση, χωρίς ωστόσο επιτυχία ως τώρα. Σε περιόδους διαλλακτικότητας έχει εκφράσει την πρόθεσή της να αναγνωρίσει κάποιες από τις χειροτονίες των επισκόπων και να τους δεχθεί, αν θελήσουν να ενταχθούν σε αυτήν, ακόμα και να τους επιτρέψει να χρησιμοποιούν το παλαιό ημερολόγιο και μετά την ένωση, ενώ σε περιόδους έντασης έχει ζητήσει τη σύλληψη των Παλαιοημερολογιτών κληρικών από την αστυνομία για αντιποίηση αρχής και την απαγόρευση τέλεσης ακολουθιών από αυτούς. Οι επεμβάσεις της αστυνομίας κατά το παρελθόν έχουν οδηγήσει σε εκτεταμένα επεισόδια, ενώ οι εκάστοτε κυβερνήσεις δεν επιθυμούν τη βίαιη λύση του ζητήματος.
Επειδή οι ορθόδοξες Εκκλησίες που αναθεώρησαν το ημερολόγιό τους δεν αναθεώρησαν τον υπολογισμό της ημερομηνίας εορτασμού του Πάσχα (Πασχάλιον), διατηρώντας τις ημερομηνίες του παλαιού ιουλιανού ημερολογίου, ημερολογικά ο εορτασμός του Πάσχα και των υπόλοιπων κινητών εορτών που ορίζονται με βάση αυτό εξακολουθεί να συμπίπτει με τους Παλαιοημερολογίτες.
Οι Παλαιοημερολογίτες δεν θεωρούνται ετερόδοξοι ή ετερόθρησκοι, γιατί στο δόγμα παραμένουν Χριστιανοί Ορθόδοξοι, ως εκ τούτου δεν εμπίπτουν στους περιορισμούς του νόμου για την ανέγερση ναών (άδεια από το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων μετά από γνωμοδότηση του οικείου Μητροπολίτη της Εκκλησίας της Ελλάδος, κ.λ.π.).
Για τον λόγο αυτόν όμως έχουν δημιουργηθεί κατ' επανάληψιν εντάσεις και διαμάχες για τη δικαιοδοσία επί ναών, τους οποίους διεκδικούν τόσο οι Παλαιοημερολογίτες όσο και οι επίσημες εκκλησίες. Χαρακτηριστική είναι η διαμάχη για την Ορθόδοξη Εκκλησία του Μονάχου Salvatorkirche, την οποία είχε παραχωρήσει ο Λουδοβίκος Α΄ της Βαυαρίας, πατέρας του βασιλιά της Ελλάδας Όθωνα, στην ελληνική κοινότητα του Μονάχου στις 30 Σεπτεμβρίου 1828. Το 1976 την απέσπασαν από τη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου (το οποίο έχει από το 1924 δικαιοδοσία επί των Ελλήνων της διασποράς) Παλαιοημερολογίτες, αλλά υποχρεώθηκαν να την αποδώσουν πάλι σε αυτό το 1999, μετά από πολυετή δικαστική διαμάχη ενώπιον των Γερμανικών Διοικητικών Δικαστηρίων και σχετική απόφαση του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου[5]. Το παλαιό ημερολόγιο χρησιμοποιείται ακόμη στο Άγιο Όρος και στοΠατριαρχείο Ιεροσολύμων, όμως και οι Αγιορείτες και το Πατριαρχείο αναγνωρίζουν ως κανονική την Εκκλησία της Ελλάδος και όχι τους Παλαιοημερολογίτες.
  • Διαφορετικές ομάδες Παλαιοημερολογιτών 


Το πρώτο μεγάλο σχίσμα εντός των Παλαιοημερολογιτών ξεκίνησε το 1937, όταν ο Βρεσθένης Ματθαίος Καρπαθάκης αποκήρυξε τον μετριοπαθή πρώην Φλωρίνης Χρυσόστομο και σχημάτισε δική του ομάδα, επειδή ο Χρυσόστομος δεν δεχόταν ότι η Εκκλησία της Ελλάδος μετά την αποδοχή του νέου ημερολογίου ήταν σχισματική, αλλά απλά «υπόδικη» και έπρεπε να κριθεί το ζήτημα από πανορθόδοξη Σύνοδο. Σημείο τριβής ήταν η αναγνώριση των μυστηρίων που τελούσε η κάθε Εκκλησία από την άλλη. Έτσι οι Παλαιοημερολογίτες διασπάστηκαν σε «ματθαιικούς» και «φλωρινικούς». Παράλληλα ο Ματθαίος προχώρησε στη χειροτονία κι άλλων Επισκόπων μόνος του και χωρίς τη σύμπραξη άλλων αρχιερέων, ενώ ίδρυσε και γυναικεία Μονή στην Κερατέα Αττικής, την «Παναγία την Πευκοβουνογιάτρισσα». Στη μονή αυτή ηγουμένη ήταν η Μαριάμ Σουλακιώτου. Η μονή έγινε αντικείμενο δημοσιότητας το 1950, όταν αποκαλύφθηκαν οικονομικά σκάνδαλα αλλά και άλλα εγκλήματα με σωματική τιμωρία παιδιών και μοναχών με τις οδηγίες της ηγουμένης, η οποία τελικά καταδικάστηκε σε κάθειρξη[6][7].
Το 1949 οι «Ματθαιικοί» συγκρότησαν δική τους Ιερά Σύνοδο και ήρθαν σε πλήρη ρήξη με την παράταξη του πρώην Φλωρίνης. Ο Ματθαίος πέθανε το 1950. Την προεδρία της Συνόδου ανέλαβε ο Αθηνών Αγαθάγγελος και μετά τον θάνατό του το 1967 τον διαδέχθηκε ο Πατρών Ανδρέας. Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 η παράταξη των «Ματθαιικών» ήρθε σε επαφή με τη Ρωσική Εκκλησία της Διασποράς (των Υπερορίων), η οποία αναγνώρισε και προσεπικύρωσε τις χειροτονίες των Ελλήνων Παλαιοημερολογιτών Επισκόπων που είχε κάνει ο Βρεσθένης Ματθαίος και οι χειροτονημένοι από αυτόν. Ορισμένοι «ματθαιικοί» όμως αμφισβητούν κατά πόσο συνέβη αυτό και θεωρούν ότι οι χειροτονίες ήταν έγκυρες εξ αρχής, επειδή ο Ματθαίος ήταν ο τελευταίος μη αιρετικός ορθόδοξος επίσκοπος στη γη και άρα δικαιούνταν κατά τους ιερούς κανόνες κατ'εξαίρεσιν να προβεί μόνος του σε χειροτονίες νέων επισκόπων, προκειμένου να μην αφανιστεί η εκκλησία.
Στην άλλη μεγάλη παράταξη (τους «Φλωρινικούς»), τον πρώην Φλωρίνης, ο οποίος πέθανε το 1955, διαδέχθηκε ο Ακάκιος Παππάς, που χειροτονήθηκε κι αυτός από επισκόπους της ρωσικής Εκκλησίας της Διασποράς σε Επίσκοπο Ταλαντίου το 1960 στις ΗΠΑ και τέθηκε επικεφαλής της ομάδας. Το 1963 τον διαδέχθηκε με τη σειρά του ο Αρχιεπίσκοπος Αυξέντιος Πάστρας, ενώ στο μεταξύ είχαν χειροτονηθεί και άλλοι επίσκοποι και είχε συγκροτηθεί και δεύτερη (μετά τους «ματθαιικούς») Σύνοδος Παλαιοημερολογιτών.
Έκτοτε οι δύο παρατάξεις έχουν διασπαστεί σε περαιτέρω ομάδες και Συνόδους. (Συνολικά 12)
Θεωρούνται ιδιαίτερα συντηρητικοί και αντιδρούν έντονα σε οποιαδήποτε επαφή της ορθόδοξης εκκλησίας με χριστιανικές εκκλησίες άλλων δογμάτων, θεωρώντας ότι οι επίσημες ορθόδοξες εκκλησίες έχουν υποπέσει στην αίρεση τουοικουμενισμού.
     Γέρων Παϊσιος και Παλαιό Ημερολόγιο:
 Ένα θέμα που απασχόλησε τον Γέροντα Παΐσιο, ήταν το θέμα του ημερολογίου. Πονούσε για το χωρισμό και προσευχόταν. Λυπόταν για τις παρατάξεις των παλαιοημερολογιτών που είναι ξεκομμένες σαν τα κλήματα από την Άμπελο, και δεν έχουν κοινωνία με τα Ορθόδοξα Πατριαρχεία και τις κατά τόπους αυτοκέφαλες Ορθόδοξες Εκκλησίες. Μερικές τέτοιες ενορίες στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη ενώθηκαν καθ' υπόδειξή του με την Εκκλησία κρατώντας το παλαιό ημερολόγιο.
     Έλεγε, λοιπόν ο Γέροντας: «Καλό ήταν να μην υπήρχε αυτή η εορτολογική διαφορά, αλλά δεν είναι θέμα πίστεως». Στις ενστάσεις ότι το νέο ημερολόγιο το έκανε Πάπας, απαντούσε: «Το νέο ημερολόγιο το έκανε Πάπας και το παλιό ειδωλολάτρης», εννοώντας τον Ιούλιο Καίσαρα.
     Για να φανεί καλύτερα η τοποθέτηση του Γέροντα στο θέμα του ημερολογίου...
 παρατίθεται στη συνέχεια μια σχετική μαρτυρία:
     Ορθόδοξος Έλληνας με την οικογένειά του ζούσε χρόνια στην Αμερική. Είχε όμως σοβαρό πρόβλημα. Ο ίδιος ήταν ζηλωτής (παλαιοημερολογίτης), ενώ η γυναίκα και τα παιδιά του ήταν με το νέο ημερολόγιο. «Δεν μπορούσαμε να γιορτάσουμε μια γιορτή σαν οικογένεια μαζί», έλεγε. «Αυτοί είχαν Χριστούγεννα, εγώ του Αγίου Σπυρίδωνος. Εγώ Χριστούγεννα, αυτοί του Αϊ-Γιαννιού. Και αυτό ήταν το λιγότερο. Το χειρότερο ήταν το να ξέρεις, όπως μας δίδασκαν, ότι οι νεοημερολογίτες είναι αιρετικοί και θα κολασθούν. Μικρό πράγμα είναι να ακούς συνέχεια ότι η γυναίκα σου και τα παιδιά σου πρόδωσαν την πίστη τους, πήγαν με τον Πάπα, τα μυστήριά τους δεν έχουν χάρη, κ.ά.π. Ώρες συζητούσαμε με τη γυναίκα μου, αλλά άκρη δε βρίσκαμε. Για να πω την αλήθεια, κάτι δε μου άρεσε και στους παλαιοημερολογίτες. Ιδίως όταν έρχονταν κάποιοι δεσποτάδες και μας μιλούσαν. Δε μιλούσαν με αγάπη και με πόνο για τους πλανεμένους (όπως τους θεωρούσαν) νεοημερολογίτες. Αλλά θαρρείς πως είχαν ένα μίσος και χαίρονταν, όταν έλεγαν ότι θα κολασθούν. Ήταν πολύ φανατικοί. Όταν τελείωνε η ομιλία τους, ένιωθα μέσα μου μια ταραχή. Έχανα την ειρήνη μου. Όμως, ούτε σκέψη να φύγω από την παράδοσή μας. Πήγαινα να σκάσω. Σίγουρα θα πάθαινα κάτι από τη στενοχώρια. Σ' ένα ταξίδι μου στην Ελλάδα, είπα τον προβληματισμό μου στον ξάδερφό μου Γιάννη. Εκείνος μου μίλησε για κάποιον γέροντα Παΐσιο. Αποφασίσαμε να πάμε στο Άγιον Όρος, για να τον συναντήσω. Φθάσαμε στην «Παναγούδα». Ο Γέροντας μας κέρασε με γελαστό πρόσωπο και με έβαλε να καθήσω δίπλα του. Τα είχα χαμένα. Ένιωθα, όπως μου συμπεριφερόταν, σα να με γνώριζε από καιρό, σα να ήξερε τα πάντα για μένα. «Πώς τα πας με τ' αυτοκίνητα εκεί στην Αμερική;» Ήταν η πρώτη κουβέντα του. Σάστισα. Ξέχασα να αναφέρω πως η δουλειά μου ήταν στους χώρους σταθμεύσεως αυτοκινήτων, και φυσικά όλο με αυτοκίνητα ασχολούμουν.
     «Καλά τα πάω», ήταν το μόνο που μπόρεσα να ψελλίσω, κοιτώντας σα χαμένος το Γέροντα. «Πόσες Εκκλησίες έχετε εκεί που μένεις»; «Τέσσερις», απάντησα και δεύτερο κύμα έκπληξης με κατέλαβε. «Με το παλιό ή με το νέο»; Ήρθε ο τρίτος κεραυνός, που όμως, αντί να μεγαλώσει τη σαστιμάρα μου, κάπως με εξοικείωσε, με ...προσγείωσε, θα έλεγα, με το χάρισμα του Γέροντα. «Δυο με το παλιό και δυο με το νέο», του αποκρίθηκα. «Εσύ πού πας»; «Εγώ με το παλιό και η γυναίκα μου με το νέο», απάντησα. «Κοίτα. Να πας κι εσύ εκεί που πηγαίνει και η γυναίκα σου», μου είπε με μια αυθεντικότητα, και ετοιμαζόταν να μου δώσει εξηγήσεις. Αλλά για μένα το θέμα είχε τελειώσει. Δε χρειαζόμουν εξηγήσεις και επιχειρήματα. Κάτι το ανεξήγητο συνέβη μέσα μου, κάτι το θεϊκό. Ένα βάρος έφυγε και τινάχτηκε μακριά μου. Όλα τα επιχειρήματα και όλες οι απειλές και οι αφορισμοί για τους νεοημερολογίτες, που χρόνια άκουγα, εξανεμίστηκαν. Ένιωθα τη χάρη του Θεού που μέσω του Αγίου του δρούσε επάνω μου και με πλημμύριζε με μια ειρήνη που χρόνια αναζητούσα. Η κατάσταση που ζούσα θα εκδηλώθηκε στο πρόσωπό του ...
     Εκείνο που θυμάμαι είναι ότι αυτό μάλλον έκανε τον Γέροντα να σταματήσει για λίγο. Αλλά έπειτα συνέχισε με μερικές εξηγήσεις. Ίσως για να τις λέω σε άλλους. Ίσως και για να τις χρησιμοποιήσω για τον εαυτό μου σε καιρό πειρασμού, όταν θα περνούσε εκείνη η ουράνια κατάσταση.
     «Και εμείς βέβαια εδώ στο Άγιον Όρος με το παλιό πάμε. Αλλά είναι άλλη περίπτωση. Είμαστε ενωμένοι με την Εκκλησία, με όλα τα Πατριαρχεία, και μ' αυτά που έχουν το νέο ημερολόγιο και μ' αυτά που έχουν το παλιό ημερολόγιο. Αναγνωρίζομε τα μυστήριά τους και αυτοί τα δικά μας. Οι ιερείς τους συλλειτουργούν με τους ιερείς μας. Ενώ αυτοί οι καημένοι ξεκόπηκαν. Οι περισσότεροι και ευλάβεια έχουν και ακρίβεια και αγωνιστικότητα και ζήλο Θεού. Μόνο που είναι αδιάκριτος, «ού κατ' επίγνωσιν». Άλλοι από απλότητα, άλλοι από αμάθεια, άλλοι από εγωισμό, παρασύρθηκαν. Θεώρησαν τις 13 μέρες θέμα δογματικό και όλους εμάς πλανεμένους, και έφυγαν από την Εκκλησία. Δεν έχουν κοινωνία ούτε με τα Πατριαρχεία και τις Εκκλησίες που πάνε με το νέο, αλλά ούτε και με τα Πατριαρχεία και τις Εκκλησίες που πάνε με το παλιό, γιατί δήθεν μολύνθηκαν από την επικοινωνία με τους νεοημερολογίτες. Και όχι μόνον αυτό. Και αυτοί οι λίγοι που έμειναν, έγιναν, δεν ξέρω και εγώ, πόσα κομμάτια. Και όλο και κομματιάζονται και αλληλοαναθεματίζονται και αλληλοαφορίζονται και αλληλοκαθαιρούνται. Δεν ξέρεις πόσο έχω πονέσει και πόσο έχω προσευχηθεί γι' αυτό το θέμα. Χρειάζεται να τους αγαπάμε και να τους πονάμε και όχι να τους κατακρίνουμε, και πιο πολύ να προσευχόμαστε γι' αυτούς να τους φωτίσει ο Θεός, και αν τύχει καμιά φορά και μας ζητήσει κανείς με καλή διάθεση βοήθεια, να λέμε καμιά κουβέντα». Πέρασαν πάνω από πέντε χρόνια από την κοίμηση του Γέροντα. Ο κ. Χ. ήλθε στην «Παναγούδα» να ευχαριστήσει τον Γέροντα, γιατί έκτοτε βρήκε την πνευματική, αλλά και την οικογενειακή του σωτηρία και με δάκρυα στα μάτια διηγήθηκε τα ανωτέρω.
     Με την αγάπη, την προσευχή και την διάκρισή του, γνώριζε πότε να μιλά, πώς να ενεργεί και να βοηθά αθόρυβα τη μητέρα Εκκλησία, αποφεύγοντας τα άκρα και θεραπεύοντας πληγές που ταλαιπωρούν το σώμα της Εκκλησίας και σκανδαλίζουν τους πιστούς.
  (πηγη Αγιορείτικο Βήμα) .Η παλαιοημερολογίτες είναι κατα του γέροντος γιατί 
γιατί δεν ακολουθούσε τη δική τους γραμμή στο θέμα των σχέσεων με το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
        Τέλος πρέπει να αναφέρουμε ότι πραγματικά οι οικουμενικές  κινήσεις και γενικά ο ΄΄αέρας΄΄ οικουμενισμου που υπάρχει σε ορισμενους ιεράρχες δεν μας βρίσκει σύμφωνους αλλά δεν είναι και λύση να φεύγεις από το σώμα της εκκλησίας γιατι θεωρείς κατι λαθος και δημιουργείς μια δικιά σου γιατί αυτό είναι πλάνη.Αν θεωρείς κάτι λαθος στην εκκλησια πρέπει να το πολεμήσεις εκ των έσω,όπως πολλοί ιεράρχες ένας απο τους οποίους ειναι και ο Μητροπολίτης Πειραιώς κ.κ.Σεραφείμ.Επιπλέον ένα δευτερεύον πρόβλημα ,του ημερολογίου ,το θέσαν σε πρωτεύον.Θεωρώ οτι η σκέψη τους η αρχική ήταν σωστη αλλα θα έπρεπε να μείνουν στο σώμα της εκκλησίας και να μην φύγουν.Λοιπόν ας σταματήσουμε να είμαστε προκατηλειμένοι με παρωπίδες και φανατισμένοι και ας κοιτάξουμε την αλήθεια.Ειναι τόσο απλά τα πραγματα που χώρισαν την εκκλησια αλλα ο εγωισμός ,το πέρασμα του χρόνου και οι προσωπικότητες που κυριάρχησαν οδήγησαν σε αδιέξοδο και φανατισμούς που δεν οδηγούν πουθενά.Θα πρέπει να υπάρξει λοιπόν διάλογος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου